Την έκθεση παρουσιάζει ο Ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας Τέχνης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Εμμανουήλ Μαυρομμάτης με δέκα αναρτημένα αντίστοιχα συνοπτικά σχόλια για το κάθε ένα από τα δέκα ζωγραφικά που παρουσιάζονται. Προλογίζοντας την έκθεση γράφει τα εξής:
Η εργασία της Όπυς Ζούνη ακολούθησε, από τα τέλη της δεκαετίας Ι960, την ανάπτυξη ενός συστήµατος που περιέγραφε, µέσω γεωµετρικών και χρωματικών οργανώσεων, τις διαδοχικές φάσεις των τρόπων µε τους οποίους σχηµατίζεται οπτικά και ψευδαισθητικά το βάθος, σε µια επίπεδη επιφάνεια.
Η έννοια αυτής της εκπαιδευτικής ανάλυσης ήταν η προετοιµασία του βλέµµατος και η εξοικείωση του βλέµµατος µε το προοπτικό σύστηµα, ως την κατάλληλη τεχνική µέθοδο διατύπωσης των σταδίων της δηµιουργίας της εικόνας.
Η γυµνή αντιπαράθεση µε εικόνες που δεν διηγούνται περιστατικά, διευκολύνει να αναγνωριστεί το καθεαυτό σύστηµα της οργάνωσης ως ένα σχήµα, ανεξάρτητο από εξωτερικές παραπομπές.
Μια επόµενη περίοδος του έργου της, περιέλαβε εργασίες που δεν αρκέστηκαν να αναπτύσσονται στην επίπεδη επιφάνεια, αλλά περιελάμβαναν προεξοχές οι οποίες διαµέλιζαν το ενιαίο προοπτικό σύστηµα των σχέσεων ενός µοναδικού βλέµµατος µε ένα µοναδικό αντικείµενο, χάρη στην πολλαπλότητα των διαδοχικών, αντιθετικών μεταξύ τους ή περιστρεφόμενων ή υπέργειων ή αναδυόμενων, αλληλοπαρεμβαλλόμενων ή παράλληλων, οπτικών προσεγγίσεων: αυτές υποχρέωναν τη µετακίνηση του βλέµµατος και τη διάσπαση της ενιαίας πρόσληψης του έργου.
Τα περίοπτα γλυπτά που κατασκεύασε, συνιστούσαν σταθερά σηµεία ενός βλέµµατος μετακινούμενου ανάµεσα σε αντιθετικές προοπτικές, ως προς τις οποίες όμως η εργασία συντηρούσε τη δική της σύσταση. Ανάμεσα στη σταθερότητα και στην αυτάρκεια του αντικειμένου ως ζωγραφική διευθέτηση χώρων κατασκευασμένων προοπτικά και την ασταθή, μετακινούμενη πρόσληψη του βλέμματος, περιγράφεται στην εργασία το πώς το βλέμμα αναδιοργανώνει, εμπλουτίζει και ανακατασκευάζει σε συνεχώς νέες σχέσεις, τις εμπειρίες του.